Η επιστροφή από τις θερινές διακοπές επαναφέρει μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα: το αυξημένο κόστος ζωής δεν αποτελεί κοινότυπη οικονομική έννοια, αλλά το καθοριστικό γεγονός που επηρέασε τόσο τη διάρκεια και ποιότητα της ανάπαυσής μας, όσο και την επερχόμενη καθημερινότητά μας.

Αυτή η αλήθεια αντιτίθεται στο αφήγημα της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία μέσω της Έκθεσης Αποδοχών 2024 (σελ. 42) που δημοσιεύτηκε στις 25/7/2025, επιχειρεί να οικοδομήσει μια εικόνα γενναιόδωρων αυξήσεων, υψηλών μέσων μισθών (2021-2024), ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης και συνολικότερα μιας θριαμβευτικής ευημερίας για το Προσωπικό.

Είναι αναγκαίο να αποκαταστήσουμε τη στατιστική «αλχημεία» των εμφανιζόμενων αυξήσεων και να μιλήσουμε με τη γλώσσα της αριθμών για την πραγματικότητα των μισθών μας. Η Συλλογική Ενότητα προετοιμάζει ειδική ενημερωτική καμπάνια προς τους συναδέλφους και θα παρουσιάσει την πλήρη και αναλυτική εικόνα. 

Η Τράπεζα Πειραιώς—όπως οι υπόλοιπες τράπεζες—παρουσιάζει εντυπωσιακά στοιχεία: αύξηση των μέσων αποδοχών κατά 33,52% (δεν είναι τυπογραφικό λάθος) μεταξύ 31/12/2021 και  31/12/2024 , παρά τη μείωση του Προσωπικού κατά 18,24% την ίδια περίοδο. Η θεαματική αύξηση 33,52% διαψεύδεται μέσα από τη μισθοδοσία του κάθε συναδέλφου.

Η επεξεργασία των δεδομένων αποκαλύπτει ότι τα 2/3 αυτής της ονομαστικής αύξησης, δεν αφορούν τις σταθερές, μόνιμες αποδοχές της συντριπτικής πλειοψηφίας (80%) των εργαζομένων. Περιλαμβάνουν στην καλύτερη περίπτωση, σταθερές αυξήσεις προς ένα ελάχιστο μέρος του Προσωπικού  -συμψηφιζόμενες με μελλοντικές αυξήσεις κι οι οποίες δόθηκαν οικειοθελώς από την Τράπεζα-, κυρίως όμως περιλαμβάνει έκτακτες και εφάπαξ παροχές κάθε είδους, όπως οι διατακτικές αγορών ή σε μετρητά(bonus) και μετοχές.

Αυτές οι παροχές, παρότι είναι ευπρόσδεκτες, δεν προσφέρουν όμως οικονομική ασφάλεια, μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, ούτε αποτελούν βάση υπολογισμού των συνταξιοδοτικών παροχών. Επιπρόσθετα, ο μέσος όρος των αυξήσεων διογκώνεται από τη διανομή σημαντικών σταθερών αυξήσεων και bonus κάθε είδους σε μια ολιγομελή ομάδα στελεχών M.R.T’s.

Η εστίαση της Τράπεζας στις μεταβλητές αποδοχές έναντι των σταθερών όλη αυτήν την περίοδο, αποτελεί συνειδητή πολιτική επιλογή, που αφενός εκμεταλλεύεται υπέρμετρα τις εποπτικές οδηγίες της ΕΒΑ για τις αποδοχές στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αφετέρου υποβαθμίζει το θεσμό των Συλλογικών Συμβάσεων ενώ παράλληλα δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ευημερίας. Στην πραγματικότητα όμως διευρύνει τη μισθολογική υποβάθμιση των μνημονιακών χρόνων, της περιόδου ανάκαμψης της Τράπεζας και της ελληνικής οικονομίας, λόγω του πρωτοφανούς σωρευμένου (στατιστικού και πραγματικού) πληθωρισμού τιμών.

Η διαστρέβλωση αποκαλύπτεται πλήρως εξετάζοντας τα στοιχεία για τις αποδοχές των μεγαλοστελεχών M.R.T’s. Σύμφωνα με αυτές τις εκθέσεις, τα στελέχη(M.R.T’s) έλαβαν στις σταθερές αποδοχές τους, αύξηση 21,94% μεταξύ 2022 και 2024 την ίδια ώρα που οι αυξήσεις στις μεταβλητές αποδοχές τους αυξήθηκαν από 666χ το 2022 σε 10,2εκ το 2024. (σ.σ. όλα αυτά τα ποσά αυτά περιλαμβάνονται στα συνολικά ποσά των Δαπανών Προσωπικού και διαμορφώνουν καθοριστικά την εμφανιζόμενη αύξηση των μισθών). 

Αντίθετα, οι σταθερές αυξήσεις στη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων μέσω Κλαδικής και Επιχειρησιακής Σύμβασης μετά βίας καλύπτουν το 9,5% σε ονομαστικούς όρους. Λόγω του συμψηφισμού δε, η πραγματική αύξηση μισθοδοσίας για την Τράπεζα ανέρχεται περί το 6,5%.

Δημιουργείται με αυτή την πολιτική μια κοινωνία δύο ταχυτήτων εντός της ίδιας Τράπεζας: αφενός μιας ολιγομελής «ελίτ» που απολαμβάνει σημαντικές αυξήσεις στις σταθερές αποδοχές τους, αφετέρου η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων καλείται να επιβιώσει με εφάπαξ παροχές και σταθερές αυξήσεις που εξανεμίζονται γρήγορα από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό.  Κι αυτά την ίδια στιγμή που η Τράπεζα έτος με το έτος αλλά και τρίμηνο με το τρίμηνο αυξάνει την κερδοφορία της με απόλυτα βιώσιμο τρόπο και συνολικά την ανταγωνιστική και επενδυτική θέση της στην ευρωπαική τραπεζική αγορά.

Οι εφάπαξ παροχές λειτουργούν ως παυσίπονο σε σοβαρή ασθένεια και μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνο παροδικά φαινόμενα πληθωρισμού που διορθώνονται άμεσα από την αγορά. Προσφέρουν προσωρινή, ψευδή ανακούφιση χωρίς να θεραπεύουν τη ρίζα του προβλήματος. Στο σενάριο δε, μη διανομής αυτών των εκτάκτων παροχών—σενάριο καθόλα πιθανό—το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ μισθών και κόστους ζωής θα αυξηθεί δραματικότερα.

Απέναντι σε αυτή την πολιτική της μισθολογικής καθήλωσης και διαρκούς μείωσης της αγοραστικής δύναμης, η λύση δεν μπορεί να είναι οι εφάπαξ παροχές και η συνέχιση της ίδιας πολιτικής αποδοχών. Η λύση πρέπει να είναι δομική, θεσμική και δίκαιη. Και αυτή η λύση έχει όνομα: είναι η πλήρης αποκατάσταση των μισθολογικών κλιμακίων και της πολυετίας της περιόδου 2012-2023.

Η απόδοση των παγωμένων κλιμακίων και πολυετιών, δεν αποτελεί μια συζήτηση για να κάνουμε εντύπωση στα αυτιά των συναδέλφων. Είναι απλώς, η  θεσμική λειτουργία και η πιστή εφαρμογή των όρων της Κλαδικής Συλλογικής Σύμβασης. 

Δίχως τους μνημονιακούς όρους του “παγώματος” της περιόδου 2012-2023, αυτές οι αυξήσεις θα καταβάλλονταν έτσι κι αλλιώς, ως απλώς μια συμβατική υποχρέωση του εργοδότη στους εργαζόμενους. Την ίδια στιγμή άλλες μεγάλες επιχειρήσεις στη χώρα, έχουν συμφωνήσει στην απόδοσή τους προς τους εργαζόμενους υπερβαίνοντας τις όποιες νομικές προβλέψεις που προσπαθούν να διαγράψουν το 1/3 σχεδόν της εργασιακής ζωής. 

Στο επόμενο και άμεσο χρονικό διάστημα αναμένουμε, ως απαίτηση και ανάγκη όλων των συναδέλφων, την άμεση ενεργοποίηση, τόσο του Προεδρείου του ΣΕΤΠ όσο και των υπολοίπων συλλόγων στην Τράπεζα καθώς και της Ομοσπονδίας, ως συντονίστρια των ενεργειών, προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης και πλήρους εφαρμογής των μισθολογικών όρων της Κλαδικής Σύμβασης. Κι αυτό, προς υλοποίηση ήδη ανακοινωμένων πρωτοβουλιών όλων των πλευρών. Η υπομονή μας έχει πια εξαντληθεί με την παρατηρούμενη κωλυσιεργία που εμφανίζεται.

Σε αυτή τη μάχη, επαναλαμβάνουμε – ως «Συλλογική Ενότητα» – τη δέσμευσή μας στις δυο τελευταίες Γενικές Συνελεύσεις του ΣΕΤΠ: θα κινηθούμε με κάθε πρόσφορο μέσο, συνδικαλιστικό αλλά και νομικό, είτε συντονισμένα είτε διαφορετικά εάν χρειαστεί, ώστε να αποκατασταθεί η πλήρης και πραγματική κανονικότητα για την Κλαδική Σ.Σ.Ε.